αντίνοος

αντίνοος
I
Μυθολογικό προσώπου. Ο αρχηγός των μνηστήρων της Πηνελόπης, συζύγου του Οδυσσέα. Ήταν γιος του Ευπείθη, από ευγενή οικογένεια της Ιθάκης. Πίεσε τον Τηλέμαχο να πείσει τη μητέρα του να τον παντρευτεί και, επειδή o νέος αρνήθηκε, συνωμότησε με τους άλλους μνηστήρες για τη δολοφονία του, αλλά χωρίς επιτυχία. Ήταν ένας από τους πρώτους που σκότωσε ο Οδυσσέας μετά την επιστροφή του, τη στιγμή μάλιστα που ο Α. κρατούσε μια κύλικα κοντά στα χείλη του. Κατά τον Μουσαίο, ο Α. είχε συνάψει ερωτικές σχέσεις με την Πηνελόπη, και γι’ αυτό o Οδυσσέας την έστειλε πίσω στον πατέρα της Ικάριο.
II
(Βιθυνία 110 – Αίγυπτος 130 μ.Χ.). Ευνοούμενος του αυτοκράτορα της Ρώμης Αδριανού. Πολύ όμορφος νέος, που πνίγηκε στον Νείλο προσπαθώντας, κατά την παράδοση, να σώσει τον Αδριανό, ο οποίος τον θρήνησε για καιρό. Στο σημείο εκείνο ο Αδριανός έχτισε την Αντινοούπολη. Του έχτισε επίσης ναό στη Μαντίνεια, έδωσε σε ένα άστρο το όνομά του και γενικά του απένειμε θεϊκές τιμές.
Άγαλμα του Αντίνοου, Βιθύνιου ευνοούμενου του αυτοκράτορα Αδριανού.
* * *
ἀντίνοος, -ον (Α)
αυτός που έχει διαφορετικό χαρακτήρα, που αντιτίθεται σε κάποιον.

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Поможем написать реферат

Look at other dictionaries:

  • Ἀντίνοος — masc nom sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἀντίνοος — opposite in character masc/fem nom sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Αντίνοος — ο κύρ. όνομα …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

  • Ἀντινόω — Ἀντίνοος masc nom/voc/acc dual Ἀντίνοος masc gen sg (doric aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἀντινόω — ἀντίνοος opposite in character masc/fem/neut nom/voc/acc dual ἀντίνοος opposite in character masc/fem/neut gen sg (doric aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἀντίνοον — ἀντίνοος opposite in character masc/fem acc sg ἀντίνοος opposite in character neut nom/voc/acc sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Ἀντινόοιο — Ἀντίνοος masc gen sg (epic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἀντινόοιο — ἀντίνοος opposite in character masc/fem/neut gen sg (epic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Ἀντινόου — Ἀντίνοος masc gen sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἀντινόου — ἀντίνοος opposite in character masc/fem/neut gen sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”